- παρέτεινε
- παρατείνωstretch out alongaor ind act 3rd sgπαρατείνωstretch out alongimperf ind act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
γήρας — Η περίοδος της ζωής που ακολουθεί την ώριμη ηλικία και προηγείται του φυσικού θανάτου. Στις προηγμένες χώρες, θεωρείται ότι το γ. αρχίζει στα 60 χρόνια, ηλικία στην οποία αρχίζει συνήθως η παροχή σύνταξης ή η αποχώρηση από την ενεργό… … Dictionary of Greek
Ενγκρ, Ζαν Ογκίστ Ντομινίκ — (Jean August Dominique Ingres, Μοντομπάν 1780 – Παρίσι 1867). Γάλλος ζωγράφος. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους ζωγράφους του 19ου αι. και ο κυριότερος εκπρόσωπος, μαζί με τον Νταβίντ, του νεοκλασικού ρεύματος. Κληρονόμησε από τον πατέρα… … Dictionary of Greek
Χαλεπάς, Γιαννούλης — (Πύργος, Τήνος 1851 – Αθήνα 1938). Έλληνας γλύπτης. Γεννημένος στο χωριό που έδωσε τους περισσότερους καλλιτέχνες του 19ου αι. και από πατέρα μαρμαρογλύπτη, πήγε μικρός στη Σύρο για να μάθει γράμματα, αναγκασμένος από την πίεση του πατέρα του που … Dictionary of Greek
παρατείνω — παρέτεινα, παρατάθηκα 1. κάνω κάτι να διαρκέσει περισσότερο, μεγαλώνω τη διάρκειά του: Το υπουργείο παρέτεινε την προθεσμία των εγγραφών. 2. μέσ., διαρκώ περισσότερο, πάω σε μάκρος χρόνου: Παρατάθηκε η προθεσμία για την αγορά των καπνών … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)